Τα χάλασαν στην προίκα

Ρεπορτάζ : Δημήτρης Πεφάνης
Από : "Τα Νέα"

«Όχι» στη φιλική πρόταση συγχώνευσης που έκανε η Εθνική Τράπεζα, είπε η Alpha Bank απορρίπτοντας για δεύτερη φορά µέσα σε 10 χρόνια τον ενδεχόµενο «γάµο» µεταξύ των δύο τραπεζών.

Το διοικητικό συµβούλιο της Alpha Bank ανακοίνωσε αργά χθες το απόγευµα µε επιστολή του στο Χρηµατιστήριο ότι απορρίπτει την πρόταση, χαρακτηρίζοντας ασύµφορους τους όρους.

Ηταν το αποκορύφωµα ενός θρίλερ που είχεξεκινήσει από το µεσηµέρι, όταν κυκλοφόρησαν στην αγορά φήµες για τη συγχώνευση των δύο τραπεζών, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσµα να εκτιναχθούν οι τιµές των µετοχών τους. Το ντόµινο των εξελίξεων, µε ιδιαίτερα έντονο παρασκήνιο, πυροδότησε η αιφνιδιαστική σύγκληση του διοικητικού συµβουλίου της Alpha Bank, που κατέληξε σε άρνηση. Σύµφωνα πάντως µε κύκλους της αγοράς, η Εθνική Τράπεζα προτίθεται να συνεχίσει τις προσπάθειες συγχώνευσης µε την Alpha Bank, απέκλειαν όµως το ενδεχόµενο επιθετικής εξαγοράς.

ΤΡΑΠΕΖΙΚΟΣ ΚΟΛΟΣΣΟΣ. Η Εθνική Τράπεζα είχε προτείνει συγχώνευση για τη δηµιουργία ενός «τραπεζικού κολοσσού», µε ενεργητικό 200 δισ. ευρώ, σχεδόν 2.700 καταστήµατα στην Ελλάδα και το εξωτερικό, που θα καταλάµβανε την 27η θέση µεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών. Σύµφωνα µε τους όρους της πρότασης, οι µέτοχοι της Alpha Bank θα έπαιρναν 8 µετοχές της Εθνικής για κάθε 11 µετοχές της Alpha. Από τη σχέση ανταλλαγής αυτή προέκυπτε υπερτίµηµα 23,4% επί της τιµής κλεισίµατος της Alpha στις 17 Ιανουαρίου, την προηγουµένη δηλαδή της υποβολής της πρότασης, και υπερτίµηµα 18,5% επί της σχέσης ανταλλαγής κατά τη 17η Φεβρουαρίου, την τελευταία ηµέρα διαπραγµάτευσης πριν την ανακοίνωση.

Επίσης, µε βάση τους όρους της πρότασης, η συµµετοχή της Εθνικής στο νέο σχήµα θα ήταν περίπου 71% και της Alpha Bank 29%, αντίστοιχα, ενώ οι άµεσες συµµετοχές του ελληνικού ∆ηµοσίου και των ευρύτερων φορέων κοινωνικής ασφάλισης θα διαµορφώνονταν σε 0,9% και 12% αντίστοιχα.

Η νέα τράπεζα θα ονοµαζόταν «Εθνική», µε το λογότυπο της Alpha.

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ. Το ντόµινο των εξελίξεων ξεκίνησε στις 18 Ιανουαρίου, όταν η Εθνική Τράπεζα υπέβαλε στην Alpha Bank πρόταση για τη συγχώνευση των δύο τραπεζών. Μάλιστα, η πρόταση έφερε τις «ευλογίες» του ∆ηµοσίου, καθώς πριν την αρνητική απόφαση της Alpha Bank, η κυβέρνηση – µε δήλωση Παπακωνσταντίνου – τόνιζε ότι η κίνηση βρισκόταν στη σωστή κατεύθυνση. Στη συνέχεια, στις 3 Φεβρουαρίου 2011 οι δύο τράπεζες, η Εθνική και η Alpha, υπέγραψαν µια συµφωνία εµπιστευτικότητας, αποκλειστικών διαπραγµατεύσεων και αποχής από λήψη εναλλακτικών µέτρων. Οι εξελίξεις κορυφώθηκαν χθες, όταν η Εθνική – απαντώντας σε επιστολή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς – ανακοίνωσε ότι βρίσκεται σε συνοµιλίες µε την Alpha Bank και δηµοσιοποίησε τους όρους της πρότασης. Λίγη ώρα νωρίτερα είχε συγκληθεί εκτάκτως το διοικητικό συµβούλιο της Alpha, για να συζητήσει τους όρους της πρότασης της Εθνικής.Η αιφνιδιαστική συνεδρίαση των κορυφαίων στελεχών της Alpha προκάλεσε πυρετό φηµών στην αγορά, ενώ παράλληλα θορύβησε τη διοίκηση της Εθνικής. Και αυτό γιατί η αρχική συµφωνία µεταξύ των δύο τραπεζών προέβλεπε ότι αρχικά οι δύο πλευρές θα υπέγραφαν ένα συµφωνητικό και στη συνέχεια θα έθεταν το θέµα στα διοικητικά τους συµβούλια και στη συνέχεια στις γενικές συνελεύσεις των µετόχων.

Εντούτοις, µετά την «αλλαγή πλεύσης» από την πλευρά της Alpha Bank άρχισαν να πυκνώνουν τα «σύννεφα» στο σχέδιο της συγχώνευσης. Τελικά, λίγο πριν τις 7 το απόγευµα, µε ανακοίνωσή της στο Χρηµατιστήριο η Alpha Bank είπε και επίσηµα το «όχι» στην πρόταση της Εθνικής.

ΤΟ ΥΠΕΡΤΙΜΗΜΑ. Θετικά διακείµενος στη συγχώνευση ήταν ο πρόεδρος της Alpha Bank κ. Γιάννης Κωστόπουλος, ο οποίος ήδη είχε πραγµατοποιήσει συναντήσεις µε τη διοίκηση της Εθνικής. Μάλιστα, σύµφωνα µε πληροφορίες, από την πλευρά της Εθνικής αναµένονταν νέα συνάντηση χθες, προκειµένου να καθοριστεί το υπερτίµηµα, για το οποίο η Alpha Bank πίεζε να είναι υψηλότερο και θεωρείται ένας από τους βασικούς λόγους για την αρνητική απάντηση της Alpha. Η απορριπτική απόφαση του διοικητικού συµβουλίου αποδίδεται στην άρνηση οµάδας υψηλόβαθµων στελεχών της τράπεζας.

Οι εξελίξεις οδήγησαν σε πυρετό διαβουλεύσεων µεταξύ των επιτελείων των υπόλοιπων τραπεζών.Ηδη κορυφαία στελέχη της Eurobank, της Τράπεζας Πειραιώς, του Ταχυδροµικού Ταµιευτηρίου, του οµίλου της Marfin και της ATEBank συσκέπτονται στη σκιά των απρόσµενων εξελίξεων, ενώ ταυτόχρονα φουντώνουν οι φήµες για αναθέρµανση των συνοµιλιών µεταξύ των υπόλοιπων κορυφαίων ελληνικών τραπεζών.

Γιατί διαλύθηκε ο πρώτος αρραβώνας, το 2001

ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ του 2001 το φλερτ ήταν έντονο ανάµεσα στην Εθνική Τράπεζα και την Alpha Bank, και συγκεκριµενα ανάµεσα στους δύο φίλους τραπεζίτες, τον αείµνηστο Θεόδωρο Καρατζά, τότε διοικητή της Εθνικής, και τον Γιάννη Κωστόπουλο, τότε και σήµερα πρόεδρο της Alpha Bank. Μάλιστα, λέγεται ότι οι δύο τραπεζίτες έδωσαν τα χέρια για τη συγχώνευση των δύο τραπεζών τον Αύγουστο στο σπίτι του Γιάννη Κωστόπουλου στη Σίφνο. Ο αρραβώνας ανάµεσα στις µεγάλες τράπεζες ανακοινώθηκε και επίσηµα στην Αθήνα τον Νοέµβριο του ίδιου έτους και έγινε αποδεκτός σχεδόν µε ενθουσιασµό από πολλές πλευρές: από την κυβέρνηση Σηµίτη φυσικά, τις αγορές, αλλα ακόµη και από τους επιφυλακτικούς σε συγχωνεύσεις εργαζόµενους της Εθνικής, πρόεδρος των οποίων ήταν τότε ο σηµερινός υφυπουργός Οικονοµικών ∆ηµήτρης Κουσελάς. Μετά τις σχετικές ανακοινώσεις από τους δύο ιδιαίτερα... χαρούµενους επικεφαλής των τραπεζών, κανένας δεν αµφέβαλλε ότι τα πράγµατα θα οδηγούσαν σε γάµο, από τον οποίο θα προέκυπτε ο εθνικός πρωταθλητής στις αγορές χρήµατος και κεφαλαίου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οµως ο γάµος αυτός ναυάγησε. Ο ίδιος ο Θεόδωρος Καρατζάς πήρε στις αρχές Ιανουαρίου του 2002 τον Γιάννη Κωστόπουλο στο τηλέφωνο και του είπε ότι οι διαπραγµατεύσεις ανάµεσα στις δύο πλευρές δεν µπορούν να συνεχιστούν.

Η κυρίαρχη άποψη για τις αιτίες του ναυαγίου, όπως αυτή διατυπώθηκε από την πλευρά στελεχών της Εθνικής, ήταν ότι τα τότε υψηλόβαθµα στελέχη της Alpha Bank ήθελαν να έχουν τις σηµαντικότερες και περισσότερες θέσειςστο ενιαίο µάνατζµεντ της νέας τράπεζας.

Του κρίσιµου τηλεφωνήµατος Καρατζά προς Κωστόπουλο είχε προηγηθεί τρίωρη συνάντηση στελεχών των δύο τραπεζών, σε επίπεδο υποδιοικητών, όπου διαπιστώθηκε χάσµα µέγα και αδυναµία προσέγγισης των δύο πλευρών. Από την πλευρά της Εθνικής είπαν ότι αυτά που ζητούσαν τα στελέχη της Alpha Bank απείχαν σηµαντικά από την αρχική συµφωνία.

Στην επίσηµη ανακοίνωση της Εθνικής αναφερόταν ότι «η Eθνική Tράπεζα της Eλλάδος υποχρεώθηκε να οδηγηθεί στην απόφαση αυτή κατόπιν της αδυναµίας να σηµειωθεί ουσιαστική περαιτέρω πρόοδος στην πορεία των διαπραγµατεύσεων, δεδοµένης της εµµονής της Alpha Bank να υπάρξει ριζική απόκλιση από τα συµφωνηθέντα και από κοινού ανακοινωθέντα».

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΜΟ∆ΙΟΤΗΤΕΣ. Πιο αναλυτικά, για τις αιτίες που ο γάµος ανάµεσα στην Εθνική και την Alpha δεν ολοκληρώθηκε λέχθηκε τότε ότι η πλευρά της Alpha έκρινε – και µάλιστα µετά τη συµφωνία της 20ής ∆εκεµβρίου για την κατανοµή των αρµοδιοτήτων µεταξύ των πέντε υποδιοικητών – πως έπαιρνε λίγα και ότι τα στελέχη της Alpha, που είχαν «αναδειχθεί από την αγορά µε αξιοκρατικές διαδικασίες», δεν τοποθετούνταν σε ισχυρά πόστα και έτσι κινδύνευε η ανάπτυξη της νέας τράπεζας.

Τα υπέρ και τα κατά

ΤΑ ΣΥΝ

 
- Θα δηµιουργούνταν η µεγαλύτερη τράπεζα στην Ελλάδα n Η νέα τράπεζα θα αποκτούσε ηγετική θέση στη Νοτιοανατολική Ευρώπη n Ο όµιλος θα είχε ισχυρή κεφαλαιακή βάση µε δείκτη κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων 10,7% 


- Θα εξασφαλιζόταν βελτιωµένη ρευστότητα µε λόγο δανείων προς καταθέσεις 109% και καλύτερη πρόσβαση στις διεθνείς χρηµαταγορές 

- Ο ενιαίος όµιλος θα είχε σύνολο ενεργητικού περίπου 200 δισ. και θα είχε την 27η θέση µεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών 

- Η συγχώνευση θα επέτρεπε την επίτευξη συνεργιών της τάξης των 550 έως 700 εκατ. ευρώ n Η ελληνική οικονοµία και οι καταναλωτές θα επωφελούνταν από τις νέες δυνατότητες χρηµατοδότησης, τη βελτίωση της εξυπηρέτησης και την αυξηµένη αποτελεσµατικότητα της ενιαίας τράπεζας 

ΤΑ ΠΛΗΝ

- Ο ενιαίος όµιλος θα διέθετε περισσότερα από 1.000 καταστήµατα στην Ελλάδα και 2.700 στη Νοτιοανατολική Ευρώπη n Οι δύο τράπεζες θα απασχολούσαν συνολικά περίπου 20.000 εργαζόµενους µόνο στην Ελλάδα 


- Οι συνολικές οφειλές των δύο τραπεζών προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπολογίζονται σε 40 δισ. ευρώ 

- Οι δύο τράπεζες θα έπρεπε να αποπληρώσουν τις προνοµιούχες µετοχές στο κράτος, ύψους 1,3 δισ. ευρώ