Άρθρο του Χρήστου Σωτηρακόπουλου που δημοσιεύτηκε σήμερα στο φυλλο της Sportday
Στη ζωή του ελληνικού ποδοσφαίρου η φοβερή φυσιογνωμία που λέγεται Γιάτσεκ Γκμοχ μπήκε στις 10 Νοεμβρίου 1979, όταν έλεγε το «ναι» στην πρόταση του ΠΑΣ Γιάννινα, αφού είχε παρακολουθήσει το ματς με τον Εθνικό στο Στάδιο Καραϊσκάκη. Η επιλογή του αποδείχτηκε απόφαση ζωής. Εχοντας οδηγήσει την Πολωνία στην πέμπτη θέση του Μουντιάλ του 1978, προπονητής της χώρας του όταν πήρε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο το 1972 και δίπλα στον Κάζιμιρτζ Γκόρσκι το 1974 με την ομάδα-όνειρο της Πολωνίας, που μάγεψε με την τρίτη θέση στο γερμανικό Μουντιάλ, ο Γιάτσεκ δούλευε στο Οσλο, όταν προτίμησε να έρθει στη χώρα μας. Το κλειδί αποδείχτηκε κάποιος Γιαννιώτης φίλαθλος που δούλευε στο γραφείο του τότε υπουργού Εθνικής Αμυνας Ευάγγελου Αβέρωφ, ο οποίος επιστρατεύτηκε για να εξασφαλιστεί σε ανώτατα κλιμάκια άμεσα η βίζα, διότι ο αείμνηστος πολιτικός ήθελε για ευνόητους λόγους να βοηθήσει την ομάδα της πόλης του.
Χωρίς να το ξέρει εκείνη τη στιγμή βοηθούσε συνολικά το ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο Γκμοχ πήρε τίτλους με τον Παναθηναϊκό (το νταμπλ το 1984), τον πήγε στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (1985), πριν να τον απολύσει εντελώς αναίτια ο Γιώργος Βαρδινογιάννης, ανέδειξε τη Λάρισα πρώτα δεύτερη (1983) και μετά πρωταθλήτρια (1988) –απίστευτα επιτεύγματα για ομάδα της περιφέρειας–, δούλεψε σε ΑΕΚ κι Ολυμπιακό (στον δεύτερο μετά τον αξέχαστο Χέλμουτ Σενέκοβιτς που πέρασε από τον πάγκο και των τριών του τέως ΠΟΚ), άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις στον Αρη, τον Απόλλωνα, τον Ιωνικό και τον Αθηναϊκό κι έκανε πολλούς φίλους στη χώρα μας. Πήρε τίτλους και με τον ΑΠΟΕΛ στην Κύπρο, αλλά μεγάλος του καημός παραμένει πως δεν κλήθηκε ποτέ να βοηθήσει την Εθνική μας ομάδα. Μιλώντας μαζί του ακριβώς πριν από ένα χρόνο, στην επέτειο των τριάντα χρόνων στη χώρα μας, στον αέρα του NovaΣΠΟΡ FM 94,6 ήταν φανερό πως η νοσταλγία για όσα έχει ζήσει μαζί μας είναι μεγάλη. «Η Ελλάδα είναι η δεύτερη πατρίδα μου και θεωρώ πως πήρα πολλά, όπως πρόσφερα πολλά. Αλλά δεν πίστευα όταν ήρθα πως θα έμενα παραπάνω από τέσσερα με πέντε χρόνια», είχε πει.
Ο Παναθηναϊκός όσο ξαφνικά αποφάσισε το 1985 να τον διώξει έτσι ξαφνικά τον ξαναφέρνει στην Παιανία ως προσωρινό τεχνικό για να αντικαταστήσει τον Νίκο Νιόπλια. Οι τίτλοι τέλους στην παρουσία του (εξαιρετικού ανθρώπου κι επιμένω και καλού προπονητή) Νίκου Νιόπλια μπήκαν οριστικά μετά το 1-1 με τη Λάρισα, αλλά όποιος νομίζει πως μόνο αυτός έφταιγε για την κάκιστη εικόνα που παρουσιάζουν οι «πράσινοι» είναι βαθιά νυχτωμένος. Ωστόσο, η διαχρονική ατάκα του Χένες Βαϊσβάιλερ, όταν αποχωρώντας το 1976 από την Μπαρτσελόνα είπε πως «είναι πάντα πιο εύκολο να φεύγει ο ένας παρά οι 22», βρίσκει ξανά τη δικαίωσή της.
Ο Γιάτσεκ είναι εξαιρετική επιλογή για τη δεδομένη στιγμή. Ενας ξένος προπονητής, μέχρι να καταλάβει τι συμβαίνει, μπορεί να έχει χάσει το πρωτάθλημα. Η λίστα των ονομάτων μπορεί να εντυπωσιάζει, αλλά με το χέρι στη καρδιά, μόνο κάποιος σαν τον Γκασπερίνι (με τεράστια γνώση τακτικής) ή σαν τον Φερέιρα θα λεγόταν πραγματική υπέρβαση. Επίσης εξαιρετικός θα ήταν ο Σιμεόνε, που όμως δεν θα ήταν η πρώτη αγωνιστική επιλογή του τουλάχιστον οι μισοί απ' αυτούς που απαρτίζουν το ρόστερ! Σε τελική ανάλυση έχω τη αίσθηση πως από τα αποτελέσματα (όπως γίνεται και με τον Χάβο στον ΠΑΟΚ) ο Γκμοχ έχει τεράστια ευκαιρία να εξελιχτεί από προσωρινός σε μόνιμο, ξέροντας τα κατατόπια καλύτερα κι από πολλούς ντόπιους.
Το 1985 είχε βγάλει κι ένα βιβλίο με τίτλο «Εξι χρόνια στο Ελλάντα», που κατάφερε να γίνει μπεστ σέλερ. Στα 31 χρόνια πια μετά την πρώτη μέρα που έφτασε να δουλέψει στα μέρη μας (με την «ΗΧΩ» να γράφει... λάθος τ' όνομά του) θέλω να πω για τον Γιάτσεκ, ότι υπήρξε αληθινός δάσκαλος για όλους, από τους παίκτες και τους δημοσιογράφους έως τους οπαδούς. Ενας χαμογελαστός άνθρωπος που ακόμα και τα σπαστά ελληνικά του είναι σήμα κατατεθέν! Και επειδή σε αυτόν τον τόπο ισχύει πάντα το «ουδέν μονιμότερον του προσωρινού», καλό είναι να μη στοιχηματίζει κάποιος για το πόσο καιρό μπορεί να μείνει στον «πράσινο» πάγκο!
Υ.Γ : Το αν είναι καλός προπονητής ο Νιοπλιάς το εκρινάν τα αποτελέσματα του Παναθηναϊκου. Το περσυνό νταμπλ οφείλεται κυρίως στην καλή προετοιμασία που είχε η ομάδα με προπονητή τον Τεν Κάτε και στο ότι δεν υπήρχε αντίπαλος στο ελληνικό πρωτάθλημα. Ο Νιόπλιας εκτός από την ηρεμία στα αποδυτήρια της ομάδας του Παναθηναϊκού δεν συνετέλεσε στην αγωνιστική του βελτίωση. Δημιούργημα του ήταν μία ομάδα χωρίς σύστημα, αγύμναστη και χωρίς σχέδιο στους αγώνες με ομάδες καλύτερου επιπέδου. Αποδείχτηκε πολύ λίγος στην διαχείριση και τον σχεδιασμό του Παναθηναϊκού. Η διοίκηση άργησε αλλά έπραξε ορθολογικά με την αντικατάσταση του τη συγκεκριμένη στιγμή. Αν και έμεις περιμέναμε ότι θα δεχόταν την πρώτη του παραίτηση. Η επιλογή του Γκμόχ ως υπηρεσιακού προπονητή προσωρινά ακούγεται ικανοποιητική. Το πρόβλημα είναι ότι αν η συγκεκριμένη επιλογή αποδώσει υπάρχει περίπτωση να μονιμοποιηθεί και έτσι θα πάει στράφι η τολμηρή αυτή κίνηση αποχώρησης του Νίκου Νιόπλια πριν το τέλος της σεζόν...