Πάνω από 1.000 επιχειρήσεις στο άρθρο 99 το τελευταίο εξάμηνο

Ρεπορτάζ : Θεοδώρα Λιακοπούλου
Από : Καθημερινή

Βαρύτατες είναι οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς ο αριθμός των καταστημάτων που κλείνουν καλπάζει ανοδικά, ενώ η «ασφυξία» λόγω έλλειψης δανείων και μειωμένων πωλήσεων οδηγούν στην πτώχευση ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Ιcap με θέμα «Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στις ελληνικές επιχειρήσεις», στο α΄ εξάμηνο του έτους 200 επιχειρήσεις οδηγήθηκαν σε πτώχευση. Για το ίδιο διάστημα, περισσότερες από 1.000 εκτεθειμένες στους δανειστές και τους προμηθευτές τους εταιρείες εμφανίζονται ανήμπορες να αποπληρώσουν τα τραπεζικά τους δάνεια. Ετσι, αναζήτησαν προστασία από τον πτωχευτικό κώδικα και υπέβαλαν αίτημα για την υπαγωγή τους στο άρθρο 99.

Ενδεικτικά αναφέρεται η περίπτωση του Πειραιά, ενός σημαντικού αστικού και εμπορικού κέντρου της χώρας. Σύμφωνα με τον Εμπορικό Σύλλογο Πειραιώς, στο διάστημα Σεπτεμβρίου 2009 έως Οκτωβρίου 2010 υπερτριπλασιάστηκε ο αριθμός των καταστημάτων που έχουν κλείσει. Ο απολογισμός των «λουκέτων» -όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Συλλόγου- διαμορφώνεται ως εξής: Την 1η Σεπτεμβρίου του 2009 διαπιστώθηκε ότι τα κλειστά καταστήματα ήταν 56, στις 3 Ιουνίου του 2010 ανήλθαν στα 87, στις 31 Ιουλίου έγιναν 103 και στις 22 Οκτωβρίου του 2010 ξεπέρασαν τα 170.

Από την αρχή του χρόνου, πολλά δάνεια βρίσκονται στο «κόκκινο», προκαλώντας μούδιασμα τόσο στις τράπεζες όσο και στο σύνολο της αγοράς. Από τα επιχειρηματικά δάνεια ύψους 140 δισ. ευρώ που έχουν χορηγηθεί, τα 20 δισ. ευρώ βρίσκονται σε καθυστέρηση, ενώ επιπλέον δάνεια 20 δισ. ευρώ προχώρησαν σε αναδιάρθρωση.

Οπως προκύπτει από την έρευνα της Icap, οι επισφάλειες στα επιχειρηματικά δάνεια διαμορφώθηκαν στο 8,7% στη διάρκεια του εννεαμήνου και προβλέπεται όμως, ότι στο σύνολο της τρέχουσας χρήσης το ποσοστό αυτό θα αυξηθεί στο 11%. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι μία στις έντεκα επιχειρήσεις θα αδυνατεί να πληρώσει τα δάνειά της.

Ενδεικτική είναι εικόνα που εμφανίζει η αγορά του leasing. Το 2010 οι «κόκκινοι κωδικοί» από 3% που ήταν πέρυσι υπερδιπλασιάστηκαν και ανήλθαν σε 7-8%, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις το ποσοστό αυτό αγγίζει το 10%.

Στα προβλήματα της αγοράς προστίθεται και η αύξηση των απλήρωτων επιταγών και συναλλαγματικών, οι οποίες στο εξεταζόμενο διάστημα ξεπέρασαν τα 30 δισ. ευρώ. Επιμηκύνθηκε δε και ο χρόνος εξόφλησής των εξυπηρετούμενων επιταγών και συναλλαγματικών, καθώς από 4 μήνες που ήταν πριν εκδηλωθεί η κρίση έφτασε πλέον τους 8 ακόμη και τους 12 μήνες.

Οσον αφορά την οικονομική εικόνα των εν λειτουργία επιχειρήσεων τα αποτελέσματα της έρευνας ενισχύουν την πρόβλεψη ότι εντός του τρέχοντος έτους αναμένεται περαιτέρω επιδείνωση στο εγχώριο επιχειρείν. Οι συνολικές ζημίες για τις 268 εταιρείες που δημοσίευσαν λογιστικές καταστάσεις εξαμήνου ήταν 1,4 δισ. ευρώ από κέρδη 3 δισ. ευρώ του συγκρινόμενου διαστήματος του 2009. Οι ζημιογόνες εταιρείες ξεπέρασαν για πρώτη φορά τις κερδοφόρες με τη μεταξύ τους αναλογία να διαμορφώνεται σε 55% ζημιογόνες και 45% κερδοφόρες. Σε επίπεδο EBITDA η κερδοφορία εμφάνισε πτώση 15% από πέρυσι.

Αλλεπάλληλες υποβαθμίσεις

Το βαρύ κλίμα που επικρατεί στο ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον αποτυπώνεται και στην αναλογία μεταξύ των εταιρειών που κατάφεραν εν μέσω κρίσης να αναβαθμίσουν την πιστοληπτική τους ικανότητα και εκείνων που, πιεζόμενες από την οικονομική ύφεση, δέχτηκαν υποβάθμιση των πιστοληπτικών τους ικανοτήτων. Σύμφωνα με την έρευνα της Ιcap, για κάθε μία εταιρεία που αναβάθμισε την πιστοληπτική της ικανότητα αντιστοιχούν δύο που την υποβάθμισαν. Δηλαδή, στο διάστημα Ιουνίου 2009 έως Ιούνιο 2010 το 12,59% των εξεταζόμενων εταιρειών βρέθηκε στην κατηγορία αναβάθμιση, ενώ το 26,25% στην κατηγορία υποβάθμιση.

Στην ίδια μελέτη εξετάζεται επίσης και η ασυνέπεια που δείχνουν οι επιχειρήσεις. Για την ακριβή αποτύπωση της ασυνέπειας επιλέχθηκαν δύο χρονικές περίοδοι: η πρώτη περίοδος αφορά το διάστημα 2003–2009 και η δεύτερη περίοδος από 1η Ιουλίου 2009 έως 30 Ιουνίου του 2010. Προκύπτει, δε, ότι το ποσοστό ασυνέπειας αυξήθηκε κατά 44% σε σχέση με τη μέση ασυνέπεια την περίοδο 2003–2009.