Ρεπορτάζ : Δημήτρης Νικολακόπουλος
Από : Το Βήμα
Με την άμεση ενσωμάτωση στον βασικό μισθό που λαμβάνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι του στενού δημόσιου τομέα της ειδικής αμοιβής των 145 ευρώ (έχει απομείνει από το επίδομα των 176 ευρώ) και την περικοπή ως αντιστάθμισμα κλαδικών επιδομάτων σε ευρείες κατηγορίες η κυβέρνηση κάνει πρεμιέρα για το ενιαίο μισθολόγιο. Επέρχεται παράλληλα μαχαίρι και στα ρετιρέ του Δημοσίου που έχουν αυξημένες αποδοχές λόγω των επιδομάτων και των ειδικών παροχών τα οποία τους χορηγούνται κυρίως κάτω από το τραπέζι, ενώ θα καθιερωθεί και νέο μισθολόγιο για τους νεοεισερχόμενους υπαλλήλους, οι οποίοι θα εξομοιωθούν μισθολογικά με τις αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα.
Τα μέτρα αυτά που θα εξαγγείλει η κυβέρνηση αμέσως μετά τις εκλογές εκτιμάται ότι θα μειώσουν σημαντικά τη μισθολογική δαπάνη και θα αποτελέσουν την απαρχή για την καθιέρωση ενός νέου αξιοκρατικού συστήματος αμοιβών. Ηδη, όπως προκύπτει από τον σχετικό κατάλογο που έχει καταρτίσει η Ενιαία Αρχή Πληρωμών, μέσω της οποίας από τον προσεχή Νοέμβριο θα αρχίσουν να μισθοδοτούνται σταδιακά περίπου 760.000 υπάλληλοι, σήμερα στον στενό δημόσιο τομέα υπάρχουν 199 διαφορετικά επιδόματα και ειδικές παροχές, γεγονός που έχει ως συνέπεια να επικρατεί ένα απερίγραπτο μισθολογικό χάος που εί ναι εξαιρετικά δύσκολο να ελεγχθεί.
Συγκεκριμένα, σε πρώτη φάση, σύμφωνα με το σενάριο που έχει επεξεργαστεί το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, θα ενσωματωθεί στον βασικό μισθό η ειδική παροχή των 145 ευρώ που χορηγείται ήδη σε περίπου 35.000 υπαλλήλους του στενού δημόσιου τομέα και στους συνταξιούχους. Αυτό θα έχει ως συνέπεια το εισαγωγικό κλιμάκιο για την κατηγορία ΥΕ να διαμορφωθεί σε 856 ευρώ από 711 ευρώ που είναι σήμερα, για την κατηγορία ΔΕ σε 975 ευρώ από 830 ευρώ, για την ΤΕ σε 1.083 ευρώ από 938 ευρώ και για την κατηγορία ΠΕ σε 1.129 ευρώ από 984. Το ίδιο σενάριο προβλέπει και την ταυτόχρονη περικοπή ορισμένων κλαδικών ή ειδικών επιδομάτων έτσι ώστε να «εξισορροπηθεί» το κόστος που συνεπάγεται η ενσωμάτωση αυτής της ειδικής παροχής.
Το ποσοστό της περικοπής, όπως αφήνουν να εννοηθεί κυβερνητικά στελέχη, θα είναι μεγαλύτερο στα «ρετιρέ» του Δημοσίου. Σήμερα, με βάση τα στοιχεία που έχει επεξεργαστεί το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αν συμπεριληφθούν τα επιδόματα, η αμοιβή του νεοεισερχομένου στο Δημόσιο με πανεπιστημιακή εκπαίδευση μπορεί να είναι από 1.280 ευρώ (υπουργείο Εθνικής Αμυνας) ως και 2.309 ευρώ (υπουργείο Οικονομικών).
Κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι με αυτό το σενάριο για το νέο μισθολόγιο που θα προωθηθεί άμεσα, πρώτον, θα υπάρξει μηδαμινή επιβάρυνση των μισθολογικών δαπανών· δεύτερον, αντιθέτως, θα επέλθει σημαντικό οικονομικό όφελος από την περικοπή των επιδομάτων· τρίτον, θα παραμείνει ο βασικός μισθός στο Δημόσιο σε επίπεδα τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τα επίπεδα που ισχύουν στον ιδιωτικό τομέα· τέταρτον, δεν θα υπάρξει επιπρόσθετο κόστος για τους συνταξιούχους, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς λαμβάνουν την ειδική παροχή· και, πέμπτον, δεν επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός μετά και την περικοπή των δώρων των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
Παραμένουν οι «μισθοί πολλών ταχυτήτων»
Η κυβέρνηση προκειμένου να βάλει τάξη σε αυτό το μισθολογικό χάος είναι αναγκασμένη να προχωρήσει- προς το παρόν τουλάχιστον- σε ένα μισθολόγιο το οποίο για ένα χρονικό διάστημα θα διατηρεί τους «μισθούς πολλών ταχυτήτων». Ετσι δεν θα διατηρηθούν απλώς τα μισθολόγια των δικαστικών, των σωμάτων ασφαλείας, των στρατιωτικών και των διπλωματικών αλλά θα υπάρξουν για ένα εύλογο χρονικό διάστημα και διαφορετικές αμοιβές σε ευρείες κατηγορίες εργαζομένων, αν και θα καταβληθεί προσπάθεια να μειωθεί η ψαλίδα. Κερδίζει, από την άλλη πλευρά, έδαφος και το σενάριο για καθιέρωση νέου μισθολογίου για τους νεοεισερχόμενους υπαλλήλους, το ύψος του μισθού των οποίων θα συγκλίνει με τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα. Και αυτό γιατί υπάρχει σοβαρή διάσταση στις αμοιβές μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Το 2000 η αμοιβή ανά εργαζόμενο στη γενική κυβέρνηση ήταν 17.760 ευρώ ενώ στον ιδιωτικό τομέα 12.478 ευρώ. Η απόκλιση ήταν περίπου 42%. Το 2008 η αμοιβή ανά εργαζόμενο στη γενική κυβέρνηση ήταν 26.556 ευρώ ενώ στον ιδιωτικό τομέα 19.147 ευρώ. Η απόκλιση ανήλθε στο 38,7%.