Το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας
Του Μαξιμου Xαρακοπουλου*
Το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας του 1930 είναι η κορωνίδα της ρεαλιστικής πολιτικής που ακολούθησε ο Ελ. Βενιζέλος μετά τον καταποντισμό, στην προκυμαία της Σμύρνης τον Αύγουστο του 1922, της Μεγάλης Ιδέας. Θεωρώντας ότι μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους, τη Μικρασιατική Καταστροφή και την αναγκαστική ανταλλαγή των πληθυσμών, ο στόχος της εθνικής ολοκλήρωσης είχε επιτευχθεί, καθώς για πρώτη φορά τα όρια της Ελλάδας ταυτίζονταν σε μεγάλο βαθμό με τον ελληνισμό, ο Βενιζέλος της ύστερης περιόδου στράφηκε στην ανόρθωση του κράτους. Βασική προϋπόθεση ήταν η οριστική επίλυση των εκκρεμοτήτων με την Τουρκία και η συνομολόγηση συμφώνου φιλίας με τη γείτονα χώρα, που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να ασχοληθεί απερίσπαστη από εξωτερικούς κινδύνους με την αναδιοργάνωσή της σε νέες βάσεις.
Το τίμημα, ωστόσο, της στροφής του Βενιζέλου με την υπογραφή του Ελληνοτουρκικού Συμφώνου Φιλίας δεν ήταν αμελητέο. Αντιθέτως, για πρώτη φορά τον έφερε αντιμέτωπο με τους πρόσφυγες, για τους οποίους έως τότε ήταν «ο σωτήρας της φυλής».
Το σύμφωνο φιλίας είναι η τελευταία πράξη του δράματος του μικρασιατικού ελληνισμού, καθώς σηματοδοτεί τον οριστικό ενταφιασμό κάθε μύχιας προσδοκίας επανόδου στη γενέθλια γη των προσφύγων, αλλά και τον οδυνηρό συμβιβασμό της εξίσωσης των περιουσιών που εγκατέλειψαν στη Μικρά Ασία με εκείνες των μουσουλμάνων που ανταλλάχθηκαν από την Ελλάδα. Πρακτικά, τούτο δυσχέραινε την αποκατάσταση των προσφύγων και την ομαλή κοινωνικοποίησή τους, καθώς θα έπρεπε ουσιαστικά να περιοριστούν στην κρατική αρωγή που έως τότε τους είχε δοθεί.
Η δυσαρέσκεια του προσφυγικού κόσμου, που ήταν η εκλογική ραχοκοκαλιά του κόμματος των Φιλελευθέρων, εκφράστηκε στις μετέπειτα εκλογικές αναμετρήσεις. Γιατί όμως ο Βενιζέλος θυσίασε τις περιουσίες των προσφύγων και επωμίστηκε το τιτάνιο έργο της αποκατάστασής τους; Μήπως υποτίμησε τις προσφυγικές αντιδράσεις, όπως είχε υποτιμήσει και την κούραση του λαού από τον υπερδεκαετή πόλεμο στις εκλογές του 1920;
Η άνοδος του Βενιζέλου στην εξουσία το 1928, μετά την ήττα του το 1920, προσδιορίζεται βασικά από τον νέο του προσανατολισμό στην εξωτερική πολιτική, μέσω της αποκατάστασης των σχέσεων με την Τουρκία. Η Μεγάλη Ιδέα εγκαταλείπεται, αλλά και οι συνθήκες είναι πια διαφορετικές, αφού η Ελλάδα είναι ηττημένη. Ο Βενιζέλος που τη δεκαετία του 1920 έβαλε την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ με όραμα να σώσει τις αρχαίες ελληνικές κοινότητες, είχε πια κύριο μέλημα να διασφαλίσει τα ορισμένα από τη Συνθήκη της Λωζάννης σύνορα και να οικοδομήσει ένα αστικό κράτος.
Με την άνοδό του στην εξουσία, ο Βενιζέλος το 1928 επεδίωξε να αποτελματώσει το ώς τότε αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων Αθήνας - Αγκυρας και να αμβλύνει την παλαιά εντύπωση για την αντιτουρκική πολιτική του. Οι πρόσφυγες, που ώς τότε είχαν γι’ αυτόν την εικόνα του ελευθερωτή, έβλεπαν τον ίδιο άνθρωπο να ακολουθεί έκτοτε μια «εξωφρενική» πολιτική «ξεπουλήματος» των δικαιωμάτων τους με αντάλλαγμα τη φιλία του σφαγέα τους, Κεμάλ. Θα πρέπει βεβαίως να επισημανθεί πως η τριετής παραμονή του Βενιζέλου στο εξωτερικό σηματοδότησε αλλαγές και στην προσωπικότητά του, που πια δεν είχε σχέση με αυτή του επαναστάτη του Θερίσου το 1905.
Ο Βενιζέλος με την υπογραφή των συμφωνιών του 1930 προσέφερε στην Ελλάδα μια ρεαλιστικότερη σύλληψη για τη διεθνή της θέση, δεδομένου ότι ήταν ηττημένη, οικονομικά αδύναμη και συνοριακά επίφοβη. Με τις συμφωνίες του 1930 ξεκαθαρίζονταν τα ζητήματα ανταλλαγής περιουσιών και μειονοτήτων, η Ελλάδα έμενε μακριά από τους συνδυασμούς των Μεγάλων Δυνάμεων στα Βαλκάνια, επιλέγοντας μια απευθείας συνεννόηση με την Τουρκία. Η κριτική που δέχθηκε ο Βενιζέλος εστιαζόταν στον συμψηφισμό των περιουσιών των ανταλλάξιμων. Οι περιουσίες των Τούρκων ήταν ακίνητες, ενώ των Ελλήνων σύνθετες εμπορικές και επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς και αστικά ακίνητα, η αξία των οποίων ήταν δύσκολο να εκτιμηθεί. Ο Βενιζέλος περιορίστηκε τελικά στον στόχο της πλήρους αποκατάστασης και όχι της πλήρους αποζημίωσης των προσφύγων, δεδομένου ότι πρωταρχικό μέλημα ήταν η άρση του απομονωτισμού που είχε περιπέσει η Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Η προσφυγική αποκατάσταση προσέκρουε και στη δυσχερή οικονομική θέση της χώρας μετά το κραχ στην Αμερική του 1929 και την εξαγωγή της κρίσης στην Ευρώπη. Ο Βενιζέλος υπό το βάρος της πτώχευσης της χώρας παραιτήθηκε τελικά στις 21 Μαΐου του 1932. Τα αποτελέσματα των εκλογών του 1932 δεν ήταν εξόχως αρνητικά για τους Φιλελεύθερους, αφού ισοψήφησαν με το Λαϊκό Κόμμα. Οι εκλογές όμως του 1933 αποτέλεσαν το κύκνειο άσμα του Κρητικού πολιτικού.
Εν κατακλείδι θα λέγαμε πως ο Βενιζέλος πλήρωσε την επιμονή του να κινηθεί με την Τουρκία σε επίπεδο υψηλής πολιτικής, γνωρίζοντας ότι καθολική λύση στα προσφυγικά προβλήματα δεν μπορούσε να βρεθεί. Πίστευε πως το κλείσιμο των εκκρεμοτήτων θα προσέφερε υπηρεσία στο έθνος και κατ’ επέκταση στους πρόσφυγες που αποτελούσαν τη δύναμη πυρός του βενιζελισμού. Η προσπάθειά του δεν άφησε παντελώς ασυγκίνητους τους πρόσφυγες. Το γυαλί, όμως, στη σχέση τους με τη βενιζελική παράταξη είχε πια ραγίσει
*Ο δρ Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι γραμματέας Πολιτικού Σχεδιασμού της Ν.Δ., βουλευτής Λαρίσης και ιστορικός ερευνητής.