ΘΕΣΗ ΤΟΥ "ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΤΥΠΟΥ"
ΤΑ ΕΞΑΓΟΜΕΝΑ των βαθμολογικών βάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, που ανακοινώθηκαν χθες, πέραν της αναμενόμενης μεγάλης πτώσης -της μεγαλύτερης των τελευταίων ετών- αποκάλυψαν, για πρώτη φορά, ένα νέο φαινόμενο, δημιούργημα των πειραματισμών του υπουργείου Παιδείας. Το γεγονός ότι μια ειδική κατηγορία χιλιάδων υποψηφίων μπορεί να εισάγεται με βαθμολογίες κάτω από τη βάση, ακόμα και με 2 ή 3, όχι πια μόνο σε αζήτητα τμήματα των ΤΕΙ, αλλά και σε περιζήτητες πανεπιστημιακές σχολές, όπως οι Πολυτεχνικές και οι Φιλολογίες, αποτελεί πλήρη απαξίωση του θεσμού των Πανελλαδικών και συνιστά αδικία έναντι των άλλων υποψηφίων. Η πολυδιαφημισθείσα κατάργηση των μετεγγραφών και η δημιουργία ειδικής κατηγορίας υποψηφίων για τους πολυτέκνους είχε ως συνέπεια να διαμορφωθούν άνισοι όροι συναγωνισμού μεταξύ των υποψηφίων. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να σημειώσουμε ότι δόθηκε η δυνατότητα να εισαχθεί κάποιος υποψήφιος από την κατηγορία των πολυτέκνων με βαθμολογία 2 στη Φιλολογία Αθήνας, όταν ο τελευταίος της γενικής σειράς μπαίνει με 17,5.
ΜΠΟΡΕΙ, ΤΕΛΙΚΑ, να ήταν πολύ δύσκολο για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ακόμα και να οργανώσει σωστά τις πανελλαδικές εξετάσεις. Της ήταν, όμως, πολύ εύκολο, όπως αποδείχθηκε, να τις μετατρέψει σε φιάσκο. Όχι γιατί έπεσαν οι βάσεις συνολικά, ως απόρροια των δύσκολων θεμάτων ή των λαθών της επιτροπής του υπουργείου, αλλά επειδή με τις αλλαγές που επέφερε ο τότε αρμόδιος υφυπουργός Γ. Πανάρετος διαμορφώθηκε ένα σύστημα που αποδομεί κάθε έννοια αξιοκρατίας και δημιουργεί υποψηφίους δύο ταχυτήτων. Με εμμονές και πειράματα, όμως, δεν σώζεται η Παιδεία. Πολύ περισσότερο αν αυτά συνδυάζονται με παλινωδίες στην οργάνωση, απαξιώνουν το θεσμό των εξετάσεων, οδηγούν σε υποβάθμιση του επιπέδου σπουδών και προκαλούν σοβαρές αδικίες.
ΤΑ ΕΞΑΓΟΜΕΝΑ των βαθμολογικών βάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, που ανακοινώθηκαν χθες, πέραν της αναμενόμενης μεγάλης πτώσης -της μεγαλύτερης των τελευταίων ετών- αποκάλυψαν, για πρώτη φορά, ένα νέο φαινόμενο, δημιούργημα των πειραματισμών του υπουργείου Παιδείας. Το γεγονός ότι μια ειδική κατηγορία χιλιάδων υποψηφίων μπορεί να εισάγεται με βαθμολογίες κάτω από τη βάση, ακόμα και με 2 ή 3, όχι πια μόνο σε αζήτητα τμήματα των ΤΕΙ, αλλά και σε περιζήτητες πανεπιστημιακές σχολές, όπως οι Πολυτεχνικές και οι Φιλολογίες, αποτελεί πλήρη απαξίωση του θεσμού των Πανελλαδικών και συνιστά αδικία έναντι των άλλων υποψηφίων. Η πολυδιαφημισθείσα κατάργηση των μετεγγραφών και η δημιουργία ειδικής κατηγορίας υποψηφίων για τους πολυτέκνους είχε ως συνέπεια να διαμορφωθούν άνισοι όροι συναγωνισμού μεταξύ των υποψηφίων. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος, αρκεί να σημειώσουμε ότι δόθηκε η δυνατότητα να εισαχθεί κάποιος υποψήφιος από την κατηγορία των πολυτέκνων με βαθμολογία 2 στη Φιλολογία Αθήνας, όταν ο τελευταίος της γενικής σειράς μπαίνει με 17,5.
ΜΠΟΡΕΙ, ΤΕΛΙΚΑ, να ήταν πολύ δύσκολο για την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ακόμα και να οργανώσει σωστά τις πανελλαδικές εξετάσεις. Της ήταν, όμως, πολύ εύκολο, όπως αποδείχθηκε, να τις μετατρέψει σε φιάσκο. Όχι γιατί έπεσαν οι βάσεις συνολικά, ως απόρροια των δύσκολων θεμάτων ή των λαθών της επιτροπής του υπουργείου, αλλά επειδή με τις αλλαγές που επέφερε ο τότε αρμόδιος υφυπουργός Γ. Πανάρετος διαμορφώθηκε ένα σύστημα που αποδομεί κάθε έννοια αξιοκρατίας και δημιουργεί υποψηφίους δύο ταχυτήτων. Με εμμονές και πειράματα, όμως, δεν σώζεται η Παιδεία. Πολύ περισσότερο αν αυτά συνδυάζονται με παλινωδίες στην οργάνωση, απαξιώνουν το θεσμό των εξετάσεων, οδηγούν σε υποβάθμιση του επιπέδου σπουδών και προκαλούν σοβαρές αδικίες.