Ο ήλιος μετά από μια καυτή ημέρα έγερνε κουρασμένος, να αποκοιμηθεί στην αγκαλιά της δύσης, αφήνοντας πίσω του τα τελευταία και πιο όμορφα χρώματα του, πορτοκαλί, μοβ, κόκκινο της φωτιάς, αποχαιρετώντας γλυκά τα ζωντανά της γης. Η θάλασσα δίπλα μου, διάφανη, γαλαζοπράσινη, ελληνική, μου κρατούσε συντροφιά με μικρά μουσικά κυματάκια. Οι επισκέπτες της μικρής παραλίας ΄΄Ομπρογιαλός΄΄ Χανίων είχαν αποχωρήσει, άλλωστε δε μάζευε και πολύ κόσμο αφού δεν ήταν οργανωμένη αλλά και σχετικά μακριά από κατοικημένους τόπους βρισκόταν. Από πάνω ακριβώς, με κάποια υψομετρική διαφορά ένα παραδοσιακό καφενεδάκι με σκιά από αμπέλια, τέσσερα – πέντε μπλε, στρογγυλά μεταλλικά τραπεζάκια παλαιού τύπου και καμιά δεκαπενταριά ψάθινες καρέκλες.
Ούτε που είχα καταλάβει πως είχε περάσει η ώρα, διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του Πέτρου Μάρκαρη, ΄΄Η Περαίωση΄΄ Ο μετρ του αστυνομικού μυθιστορήματος σε συνεπαίρνει και δε μπορείς να σταματήσεις.
Ο καφετζής κλασικός κρητικός με μαύρο πουκάμισο και μουστάκι ασχολιόταν με την αποκατάσταση του καφενείου και τη προετοιμασία της επόμενης μέρας όταν ένα ασπρόμαυρο σμαρτάκι σταμάτησε δίπλα και μια ωραιότατη κυρία βγήκε απ αυτό. Κάθισε και παρακάλεσε για έναν ελληνικό καφέ. Σηκώθηκε σχεδόν αμέσως , άναψε τσιγάρο και άρχισε να καπνίζει ανήσυχα. Δε φαινόταν πάνω από τριανταπέντε, εντυπωσιακή, με ένα γλυκό κόκκινο φόρεμα να χαϊδεύει το ψηλόλιγνο σώμα της και το καστανόξανθο μαλλί της κοντό και χτενισμένο στη μια μεριά. Όπως κοίταζε το κρητικό πέλαγος, με τη πλάτη σε μένα, η σιλουέτα της προβάλλονταν στο φόντο των μεταβαλλόμενων χρωμάτων και δημιουργούσε μιαν εξαιρετικής ομορφιάς εικόνα. Η γυναίκα αυτή έμοιαζε εκπληκτικά στη θεϊκή ηθοποιό Σαρλότ Ράμπλινγκ στα χρόνια της νιότης της.
Δεν πέρασαν πέντε λεπτά κι ένα πολυτελές τζιπ έκανε την εμφάνισή του. Ο αθλητικός τύπος που κατέβηκε, μαυρισμένος με καλοχτενισμένο μαλλί και άσπρα λινά ρούχα, πλησίασε τη γυναίκα κι αυτή χώθηκε στην αγκαλιά του κι άρχισε να κλαίει. Από τη θέση που βρισκόμουν μπορούσα να βλέπω καθαρά και να ακούω τα πάντα χωρίς να γίνομαι αντιληπτός.
Διαβάστε περισσότερα εδώ
Ούτε που είχα καταλάβει πως είχε περάσει η ώρα, διαβάζοντας το τελευταίο βιβλίο του Πέτρου Μάρκαρη, ΄΄Η Περαίωση΄΄ Ο μετρ του αστυνομικού μυθιστορήματος σε συνεπαίρνει και δε μπορείς να σταματήσεις.
Ο καφετζής κλασικός κρητικός με μαύρο πουκάμισο και μουστάκι ασχολιόταν με την αποκατάσταση του καφενείου και τη προετοιμασία της επόμενης μέρας όταν ένα ασπρόμαυρο σμαρτάκι σταμάτησε δίπλα και μια ωραιότατη κυρία βγήκε απ αυτό. Κάθισε και παρακάλεσε για έναν ελληνικό καφέ. Σηκώθηκε σχεδόν αμέσως , άναψε τσιγάρο και άρχισε να καπνίζει ανήσυχα. Δε φαινόταν πάνω από τριανταπέντε, εντυπωσιακή, με ένα γλυκό κόκκινο φόρεμα να χαϊδεύει το ψηλόλιγνο σώμα της και το καστανόξανθο μαλλί της κοντό και χτενισμένο στη μια μεριά. Όπως κοίταζε το κρητικό πέλαγος, με τη πλάτη σε μένα, η σιλουέτα της προβάλλονταν στο φόντο των μεταβαλλόμενων χρωμάτων και δημιουργούσε μιαν εξαιρετικής ομορφιάς εικόνα. Η γυναίκα αυτή έμοιαζε εκπληκτικά στη θεϊκή ηθοποιό Σαρλότ Ράμπλινγκ στα χρόνια της νιότης της.
Δεν πέρασαν πέντε λεπτά κι ένα πολυτελές τζιπ έκανε την εμφάνισή του. Ο αθλητικός τύπος που κατέβηκε, μαυρισμένος με καλοχτενισμένο μαλλί και άσπρα λινά ρούχα, πλησίασε τη γυναίκα κι αυτή χώθηκε στην αγκαλιά του κι άρχισε να κλαίει. Από τη θέση που βρισκόμουν μπορούσα να βλέπω καθαρά και να ακούω τα πάντα χωρίς να γίνομαι αντιληπτός.
Διαβάστε περισσότερα εδώ