Ανησυχία για τα ανταλλάγματα

Οι αποφάσεις των ηγετών της ευρωζώνης, που ελήφθησαν με γνώμονα τη διασφάλιση της σταθερότητας του ευρώ, δίνουν μία ανάσα στην ελληνική οικονομία, προκειμένου να διαχειριστεί το δημόσιο χρέος, όμως τα αποτελέσματα της άτυπης Συνόδου Κορυφής κρύβουν και μεγάλους κινδύνους για την Ελλάδα. Μπορεί ο Γιώργος Παπανδρέου να πανηγυρίζει για τις μικροευκολίες πληρωμής που μας δόθηκαν, ωστόσο η χώρα μας υποχρεώνεται να παραχωρήσει υπέρογκα ανταλλάγματα, το τίμημα των οποίων θα κληθεί να πληρώνει ο λαός τουλάχιστον μέχρι το 2023.

Είναι κατ’ αρχάς θετικό το γεγονός ότι η Α. Μέρκελ, η οποία είχε ακολουθήσει παρελκυστική τακτική το προηγούμενο διάστημα, πραγματοποίησε στροφή και αποδέχθηκε τις αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, είτε επειδή κάμφθηκε από τις πιέσεις των ΗΠΑ και κορυφαίων κοινοτικών αξιωματούχων είτε γιατί δεν θα ήταν προς το συμφέρον ούτε της ίδιας της Γερμανίας μια ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση του κοινού νομίσματος. Δεδομένο είναι, πάντως, ότι οι αποφάσεις δεν ήταν προϊόν της διαπραγματευτικής δεινότητας του Ελληνα πρωθυπουργού, ο οποίος, άλλωστε, δεν ήταν σε θέση να ασκήσει ουσιαστική πίεση.

Η συμφωνία που επιτεύχθηκε για επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και μείωση του επιτοκίου σηματοδοτεί και την παραμονή της χώρας μας υπό το καθεστώς της ιδιότυπης κατοχής της Τρόικας μέχρι το 2023. Γεγονός που συνεπάγεται τη συνεχή λήψη νέων μέτρων, μνημονιακού χαρακτήρα, τα οποία θα πλήττουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις και θα αποψιλώνουν την περιουσία του κράτους. Το βέβαιο είναι ότι, εκτός από την πιθανή επιβάρυνση που θα έχουμε από τόκους, αναμένονται νέες μειώσεις μισθών και συντάξεων, νέοι φόροι και εκποίηση δημόσιας περιουσίας.