«H Ελλάδα συνεχίζει να παραμένει ακριβή σε βασικά αγαθά, παρά την ύφεση, την πτώση των εισοδημάτων και την ανεργία. Με βάση διάφορες έρευνες που διεξάγονται κατά καιρούς, οι τιμές πολλών προϊόντων και υπηρεσιών στην εγχώρια αγορά παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις σε σχέση με άλλες χώρες, ακόμα και όταν η σύγκριση γίνεται με κράτη που βρίσκονται υπό καθεστώς δημοσιονομικής προσαρμογής και λιτότητας». Αυτό αναφέρει η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (EΣΕΕ) σε ανακοίνωσή της, υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι ακόμα και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι τιμές είναι χαμηλότερες (-8%), το «άνοιγμα της ψαλίδας» δεν δικαιολογείται, αν ληφθούν υπόψη οι μισθολογικές περικοπές και οι φορολογικές επιβαρύνσεις.
«Ακόμη, δηλαδή, και εκεί που παρατηρείται πτώση των τιμών, αυτές δεν είναι του μεγέθους που αναμενόταν σύμφωνα με τη διάρκεια και την ένταση της ύφεσης», και όπως διαπιστώνεται η ΕΣΕΕ, οι σταθερά υψηλές τιμές, σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, ανάγκασαν τους καταναλωτές να μειώσουν τον αριθμό και την αξία των προϊόντων που αγοράζουν και να στραφούν είτε σε προϊόντα προσφοράς είτε σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Αυτή η καταναλωτική συμπεριφορά, συμπληρώνει, οδήγησε, κατά τη διάρκεια του 2012, σε πτώση 5% των πωλήσεων των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ενώ η αξία του μέσου καλαθιού υποχώρησε το 2012 σε 50 ευρώ, έναντι 65 ευρώ το 2010.
«Ο αποπληθωρισμός που περίμενε η τρόικα έκανε την εμφάνισή του, γεγονός που την έχει προβληματίσει και την οδηγεί στην άσκηση περαιτέρω πιέσεων προς την ελληνική πλευρά για την απελευθέρωση των αγορών και την ενίσχυση του ανταγωνισμού, αλλά με λανθασμένο τρόπο όπως, διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων 365 ημέρες τον χρόνο, με επταήμερη απασχόληση, την απελευθέρωση κλειστών αλλά κορεσμένων επαγγελμάτων με την άρση δήθεν εμποδίων εισόδου σε σειρά αγορών και πολλές άλλες καταστροφικές παρεμβάσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις» καταλήγει η ΕΣΕΕ και καταγράφει παρακάτω 13 λόγους που δεν «πέφτουν» οι τιμές στην ελληνική αγορά παρά την κρίση:
1. Οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ. Στην Ελλάδα αυξήθηκαν οι συντελεστές ΦΠΑ και διαμορφώθηκαν στο επίπεδο του 13% και 23%, αρκετά υψηλότερα από την Ισπανία (οι αντίστοιχοι είναι 8% και 18%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (5% και 20%).
2. Ενδοομιλικές συναλλαγές πολυεθνικών (transfer pricing), οι οποίες φουσκώνουν τις τιμές αλλά και το κόστος, προκειμένου να αποφεύγουν τη φορολογία στην Ελλάδα.
3. Ρήτρες απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών.
4. Στρεβλώσεις σε σχετικές με το εμπόριο αγορές, όπως στις μεταφορές, στην εφοδιαστική αλυσίδα (logistics) κ.λπ.
5. Πολεοδομικοί περιορισμοί στις προδιαγραφές κτιρίων που εμποδίζουν την πλήρη εκμετάλλευση των αποθηκευτικών χώρων και λοιπά, γραφειοκρατικού τύπου προσκόμματα.
6. Ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς χονδρικού εμπορίου, με το παράδειγμα του «καρτέλ» στην αγορά κοτόπουλου ή το «καρτέλ» στο χονδρεμπόριο των νωπών οπωροκηπευτικών.
7. Διατήρηση υψηλών περιθωρίων κέρδους σε τμήμα της εγχώριας αγοράς παρά την ύφεση, σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος.
8. Μεγάλη εξάρτηση των εγχώριων τιμών υπάρχει από τις αυξητικές διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου αλλά και των τιμολογίων των ΔΕΚΟ, ενώ μεγαλύτερη επιβάρυνση στην τελική τιμή παρατηρείται εκεί όπου τα καύσιμα χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη.
9. Η πεπατημένη πως οι βραχυπρόθεσμες εκπτώσεις και προσφορές λειτουργούν περισσότερο ελκυστικά για τους καταναλωτές παρά οι μόνιμα χαμηλές τιμές. Επίσης, η εσφαλμένη επιλογή των ταχέως και βραδέως κινούμενων εμπορευμάτων, οδηγεί σε λάθος υπολογισμό αντικατάστασης και σωστού ποσοστού κέρδους.
10. Η πτώση του μισθολογικού κόστους αλλά και του κόστους μίσθωσης επαγγελματικής στέγης (ενοίκια) αντισταθμίστηκε από την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού των επιχειρήσεων και από την υποχρεωτική πλέον αγορά τοις μετρητοίς των εισαγωγών πριν από την παραλαβή, λόγω της έλλειψης αξιοπιστίας της χώρας μας (country risk).
11. Αδυναμία πλήρους αποτύπωσης της ελληνικής πραγματικότητας, λόγω των άτυπων εκπτώσεων και «παζαριού» του υψηλού ΦΠΑ.
12. Μονομερής προσήλωση των κρατικών φορέων στην άρση των εμποδίων εισόδου των επιχειρήσεων στην αγορά αντί για τους παράγοντες που διαμορφώνουν το κέρδος. Για παράδειγμα, πώς καθορίζεται το ποσοστό κέρδους στα φάρμακα.
13. Η έλλειψη μελέτης «ελαστικότητας» από τα αρμόδια υπουργεία και η μη έγκαιρη αξιολόγηση της καταγραφής των επιπτώσεων από τους «σοφούς» τής τρόικας, διαμόρφωσε τις τιμές της αγοράς σε πολλούς κλάδους του εμπορίου χαμηλότερα από τις τιμές του τέλειου ανταγωνισμού, ενώ στα τρόφιμα, στα καύσιμα και στα είδη πρώτης ανάγκης κοντά στις τιμές μονοπωλίων.
Η ΕΣΕΕ καταλήγει ότι στους παραπάνω 13 λόγους θα πρέπει να προστεθούν επιπλέον τρεις.
Πρώτον, το ανεπιτυχές «πείραμα» της εσωτερικής υποτίμησης που έχει προκαλέσει ανισορροπία και αναντιστοιχία στο τρίπτυχο: εισόδημα, φόροι και τιμές.
Δεύτερον, οι διαρκώς αυξανόμενες τάσεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων hedge funds να χειραγωγήσουν τις χρηματιστηριακές αγορές τροφίμων και ενέργειας
και τρίτον, σε περίπτωση λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων 52 Κυριακές τον χρόνο θα προκύψει μια αύξηση 12% μηνιαίως στα λειτουργικά έξοδα και αντίστοιχη αύξηση τουλάχιστον 3% στις τιμές όλων των καταναλωτικών αγαθών.
«Ακόμη, δηλαδή, και εκεί που παρατηρείται πτώση των τιμών, αυτές δεν είναι του μεγέθους που αναμενόταν σύμφωνα με τη διάρκεια και την ένταση της ύφεσης», και όπως διαπιστώνεται η ΕΣΕΕ, οι σταθερά υψηλές τιμές, σε συνδυασμό με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, ανάγκασαν τους καταναλωτές να μειώσουν τον αριθμό και την αξία των προϊόντων που αγοράζουν και να στραφούν είτε σε προϊόντα προσφοράς είτε σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Αυτή η καταναλωτική συμπεριφορά, συμπληρώνει, οδήγησε, κατά τη διάρκεια του 2012, σε πτώση 5% των πωλήσεων των αλυσίδων σούπερ μάρκετ, συγκριτικά με το αντίστοιχο περσινό διάστημα, ενώ η αξία του μέσου καλαθιού υποχώρησε το 2012 σε 50 ευρώ, έναντι 65 ευρώ το 2010.
«Ο αποπληθωρισμός που περίμενε η τρόικα έκανε την εμφάνισή του, γεγονός που την έχει προβληματίσει και την οδηγεί στην άσκηση περαιτέρω πιέσεων προς την ελληνική πλευρά για την απελευθέρωση των αγορών και την ενίσχυση του ανταγωνισμού, αλλά με λανθασμένο τρόπο όπως, διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων 365 ημέρες τον χρόνο, με επταήμερη απασχόληση, την απελευθέρωση κλειστών αλλά κορεσμένων επαγγελμάτων με την άρση δήθεν εμποδίων εισόδου σε σειρά αγορών και πολλές άλλες καταστροφικές παρεμβάσεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις» καταλήγει η ΕΣΕΕ και καταγράφει παρακάτω 13 λόγους που δεν «πέφτουν» οι τιμές στην ελληνική αγορά παρά την κρίση:
1. Οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ. Στην Ελλάδα αυξήθηκαν οι συντελεστές ΦΠΑ και διαμορφώθηκαν στο επίπεδο του 13% και 23%, αρκετά υψηλότερα από την Ισπανία (οι αντίστοιχοι είναι 8% και 18%) και το Ηνωμένο Βασίλειο (5% και 20%).
2. Ενδοομιλικές συναλλαγές πολυεθνικών (transfer pricing), οι οποίες φουσκώνουν τις τιμές αλλά και το κόστος, προκειμένου να αποφεύγουν τη φορολογία στην Ελλάδα.
3. Ρήτρες απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών.
4. Στρεβλώσεις σε σχετικές με το εμπόριο αγορές, όπως στις μεταφορές, στην εφοδιαστική αλυσίδα (logistics) κ.λπ.
5. Πολεοδομικοί περιορισμοί στις προδιαγραφές κτιρίων που εμποδίζουν την πλήρη εκμετάλλευση των αποθηκευτικών χώρων και λοιπά, γραφειοκρατικού τύπου προσκόμματα.
6. Ολιγοπωλιακή διάρθρωση της αγοράς χονδρικού εμπορίου, με το παράδειγμα του «καρτέλ» στην αγορά κοτόπουλου ή το «καρτέλ» στο χονδρεμπόριο των νωπών οπωροκηπευτικών.
7. Διατήρηση υψηλών περιθωρίων κέρδους σε τμήμα της εγχώριας αγοράς παρά την ύφεση, σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος.
8. Μεγάλη εξάρτηση των εγχώριων τιμών υπάρχει από τις αυξητικές διακυμάνσεις των τιμών του πετρελαίου αλλά και των τιμολογίων των ΔΕΚΟ, ενώ μεγαλύτερη επιβάρυνση στην τελική τιμή παρατηρείται εκεί όπου τα καύσιμα χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη.
9. Η πεπατημένη πως οι βραχυπρόθεσμες εκπτώσεις και προσφορές λειτουργούν περισσότερο ελκυστικά για τους καταναλωτές παρά οι μόνιμα χαμηλές τιμές. Επίσης, η εσφαλμένη επιλογή των ταχέως και βραδέως κινούμενων εμπορευμάτων, οδηγεί σε λάθος υπολογισμό αντικατάστασης και σωστού ποσοστού κέρδους.
10. Η πτώση του μισθολογικού κόστους αλλά και του κόστους μίσθωσης επαγγελματικής στέγης (ενοίκια) αντισταθμίστηκε από την άνοδο των επιτοκίων δανεισμού των επιχειρήσεων και από την υποχρεωτική πλέον αγορά τοις μετρητοίς των εισαγωγών πριν από την παραλαβή, λόγω της έλλειψης αξιοπιστίας της χώρας μας (country risk).
11. Αδυναμία πλήρους αποτύπωσης της ελληνικής πραγματικότητας, λόγω των άτυπων εκπτώσεων και «παζαριού» του υψηλού ΦΠΑ.
12. Μονομερής προσήλωση των κρατικών φορέων στην άρση των εμποδίων εισόδου των επιχειρήσεων στην αγορά αντί για τους παράγοντες που διαμορφώνουν το κέρδος. Για παράδειγμα, πώς καθορίζεται το ποσοστό κέρδους στα φάρμακα.
13. Η έλλειψη μελέτης «ελαστικότητας» από τα αρμόδια υπουργεία και η μη έγκαιρη αξιολόγηση της καταγραφής των επιπτώσεων από τους «σοφούς» τής τρόικας, διαμόρφωσε τις τιμές της αγοράς σε πολλούς κλάδους του εμπορίου χαμηλότερα από τις τιμές του τέλειου ανταγωνισμού, ενώ στα τρόφιμα, στα καύσιμα και στα είδη πρώτης ανάγκης κοντά στις τιμές μονοπωλίων.
Η ΕΣΕΕ καταλήγει ότι στους παραπάνω 13 λόγους θα πρέπει να προστεθούν επιπλέον τρεις.
Πρώτον, το ανεπιτυχές «πείραμα» της εσωτερικής υποτίμησης που έχει προκαλέσει ανισορροπία και αναντιστοιχία στο τρίπτυχο: εισόδημα, φόροι και τιμές.
Δεύτερον, οι διαρκώς αυξανόμενες τάσεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων hedge funds να χειραγωγήσουν τις χρηματιστηριακές αγορές τροφίμων και ενέργειας
και τρίτον, σε περίπτωση λειτουργίας των εμπορικών καταστημάτων 52 Κυριακές τον χρόνο θα προκύψει μια αύξηση 12% μηνιαίως στα λειτουργικά έξοδα και αντίστοιχη αύξηση τουλάχιστον 3% στις τιμές όλων των καταναλωτικών αγαθών.