Μπράντλεϊ Μάνινγκ : προδότης ή ήρωας;

Ιανουάριος του 2010. Ο Μπράντλεϊ Μάνινγκ, ένας απλός στρατιώτης που υπηρετούσε στις υπηρεσίες πληροφοριών του αµερικανικού στρατού στη Βαγδάτη, στέλνει δύο βίντεο στο WikiLeaks: το ένα με εικόνες από μια επίθεση στις 12 Ιουλίου του 2007 ενός αμερικανικού ελικοπτέρου Απάτσι να ανοίγει αδιακρίτως πυρ κατά ομάδας αμάχων στο Ιράκ και ένα δεύτερο από μια αμερικανική αεροπορική επιδρομή με χρήση λευκού φωσφόρου στις 4 Μαΐου 2009 στην πόλη Γκρανάι της επαρχίας Φαράχ του Αφγανιστάν, που σκότωσε πάνω από 100 γυναικόπαιδα

Μαζί με αυτά τα δύο απόρρητα βίντεο ο τότε 23χρονος Μάνινγκ στέλνει στην ιστοσελίδα WikiLeaks του Τζούλιαν Ασάνζ ακόμη 250.000 διπλωματικά έγγραφα καθώς και 500.000 στρατιωτικές αναφορές σχετικά με το Ιράκ και το Αφγανιστάν, γεγονός που αποτελεί τη μεγαλύτερη διαρροή απόρρητων εγγράφων στην αμερικανική ιστορία. 

Για τους πάσης φύσεως ακτιβιστές, ο Μάνινγκ είναι ένας ήρωας που αποκάλυψε τα εγκλήματα πολέμου των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, όμως για άλλους, και κυρίως για το Πεντάγωνο και την κυβέρνηση των ΗΠΑ, είναι ένας προδότης που θα μείνει στη φυλακή για πάρα πολλά χρόνια. 

Το WikiLeaks δημοσίευσε τα έγγραφα και στις 27 Μαΐου του 2010 ο Μάνινγκ συνελήφθη και κατηγορήθηκε για διαρροή διαβαθμισμένου υλικού και πληροφοριών που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Από τον Ιούλιο του 2010 ο Μάνινγκ κρατούνταν στις στρατιωτικές φυλακές της βάσης Κουάντικο στη Βιρτζίνια και πριν από μερικές ώρες βρέθηκε ένοχος για 19 κατηγορίες και αθώος για τη σοβαρότερη από τις 20 κατηγορίες που αντιμετώπιζε, αυτή της «βοήθειας προς τον εχθρό». Ο σήμερα 26χρονος Μάνινγκ αναμένεται να περάσει πολλά χρόνια ακόμη στις στρατιωτικές φυλακές, «παλεύοντας» με τις συνέπειες των πράξεών του και τη μοναξιά.

Αν και αυτή την τελευταία μοιάζει να την έχει συνηθίσει, όντας απομονωμένος, σχεδόν εξ απαλών ονύχων, από γονείς, φίλους και συγγενείς. Ο πατέρας του, που είχε υπηρετήσει πέντε χρόνια στους πεζοναύτες τη δεκαετία του 1970, πήρε διαζύγιο από τη βρετανίδα μητέρα του και στα 13 του χρόνια ο Μάνινγκ (που γεννήθηκε το 1987 στη μικρή πόλη Κρέσεντ της Οκλαχόμα) έφυγε από τις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκε στην Ουαλία. Εκεί ανακάλυψε όχι μόνο ότι είναι ομοφυλόφιλος, αλλά και ότι το να είσαι γκέι ενδέχεται να σε κάνει αποδέκτη πολλών κακόβουλων πειραγμάτων από τους συνομηλίκους σου. Κάπως έτσι άρχισε να εμφανίζει νευρική συμπεριφορά και να «ανάβει» με το παραμικρό, ειδικά αν ένιωθε πως η άποψή του δεν γινόταν αποδεκτή από τους γύρω του. «Νευρίαζε όταν οι άλλοι τον αγνοούσαν και πετούσε βιβλία στο πάτωμα κι έκανε φασαρίες» λέει η παιδική του φίλη Τσέρα Μουρ.

Επέστρεψε στην Αμερική σε ηλικία 17 ετών και προσελήφθη από μια εταιρεία κομπιούτερ, ώσπου μάλωσε με τη μητριά του και τον πατέρα του κι έφυγε από το σπίτι. Για αρκετό καιρό κοιμόταν σε ένα μικρό φορτηγό, ώσπου πήρε την απόφαση να καταταγεί στον αμερικανικό στρατό, ελπίζοντας να κερδίσει τα χρήματα που του χρειάζονταν για να σπουδάσει φυσική και πληροφορική. 

Ο Μάνινγκ στο στρατό έγινε αναλυτής πληροφοριών και τον Οκτώβριο του 2009 μετατέθηκε σε μια βάση ανατολικά της Βαγδάτης, όπου συγκρουόταν συχνά με συναδέλφους και αξιωματικούς καθώς έδειχνε συνέχεια ότι είναι αντίθετος με αυτόν τον πόλεμο: μάλιστα, φανατικός ειρηνιστής ων, φορούσε στον λαιμό μια στρατιωτική ταυτότητα στην οποία είχε γράψει «ανθρωπιστής». Ωστόσο η πολιτική «μη ρωτάς - μη λες» που απαγόρευε μέχρι πρότινος στους γκέι στρατιώτες να δηλώνουν ανοιχτά πως είναι ομοφυλόφιλοι έδειχνε να τον ενοχλεί πολύ και σε ένα e-mail που έστειλε στον προϊστάμενό του τον προειδοποιούσε ότι η ψυχολογική του κατάσταση διαταρασσόταν συχνά - μάλιστα, προκειμένου να τον πείσει, του έστειλε και μια φωτογραφία του ντυμένου γυναίκα (!), ενώ αποκαλούσε συχνά τον εαυτό του, ακόμη και μπροστά στους συναδέλφους του, με το γυναικείο όνομα «Μπριάνα». 

Εκείνη την περίοδο άρχισε να αλληλογραφεί µε έναν χάκερ, τον Εϊντριαν Λάμο, στον οποίο εκμυστηρεύθηκε τον Φεβρουάριο του 2010 ότι παρέδωσε στο WikiLeaks πολλές απόρρητες πληροφορίες. Ο Λάμο κατόπιν επικοινώνησε με το FBI και οι αμερικανοί πράκτορες τον συνέλαβαν.

Ο συνήγορός του Ντέιβιντ Κουμπς περιέγραψε τον πελάτη του ως έναν «νεαρό, αφελή, αλλά καλοπροαίρετο ανθρωπιστή που έδινε προτεραιότητα στους ανθρώπους και στην αξία της ανθρώπινης ζωής και προσπάθησε να αποκαλύψει το αληθινό πρόσωπο του πολέμου», ενώ ταυτόχρονα πάλευε καθημερινά μέσα του με τους προσωπικούς του δαίμονες. Και θα συνεχίσει να το κάνει, έτσι όπως έχει μάθει: μόνος απέναντι σε όλους. 

Πηγή : tovima.gr